Δημήτρης Νατσιός – δάσκαλος
Θα ξαναγράψω και πάλι την απόκριση του Οδυσσέα Ανδρούτσου στον Κολοκοτρώνη, όταν οι καπεταναίοι του Μοριά ερίζουν για πρωτοκαθεδρίες και αρχηγιλίκια, από τα πρώτα κιόλας βήματα της Εθνικής Επαναστάσεως του ’21. «Σας στέλνω τον Δράμαλη με 40.000 ασκέρι να μονοιάσετε».
Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλος λαός στον ακατάστατο πλανήτη μας, που να τον ταλανίζει η δολερή διχόνοια σαν τον δικό μας. Πέθανε πρόσφατα ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος. Τελευταία φορά που ήταν αρχηγός κράτους ήταν το 1967. Δηλαδή όσοι τον πρόλαβαν ως βασιλέα σήμερα βρίσκονται σε γήρας βαθύ, γύρω στην ηλικία των 80 ετών και άνω. Αμφιβάλλω αν τον ήξεραν όσοι δεν διάβηκαν το κατώφλι των 50 ετών. Έγινε γνωστός με τον θάνατό του.
Τσίμπησαν την ευκαιρία τα… διχονοιογόνα (ας μου συγχωρεθεί ο νεολογισμός) κανάλια, ξετρύπωσαν τους συνήθεις σαλίγκαρους και τα γνωστά ζιζάνια της κομματοκρατίας, βασιλομάστιγες και βασιλοκόλακες, (ερανίζομαι τους όρους από την γνωστή, από την αρχαιότητα, διαμάχη για τον Μέγα Αλέξανδρο, αλεξανδροκόλακες, οι υμνητές του και αλεξανδρομάστιγες, οι επικριτές του, υπήρχαν και τέτοιοι), και ξεβράστηκε και πάλι το αρχαίον τούτο πάθος των Ελλήνων, το «προς αλλήλους στασιάζοντες», η διχογνωμία, η έριδα, η ασυμφωνία, η ρήξη, το αλληλοφάγωμα. (Καμμιά 40-50 λέξεις έχει η ελληνική γλώσσα γι’ αυτό το καταστρεπτικό πάθος μας). Και ποιο είναι το αντιλεγόμενον σημείον; Αν πρέπει να ταφεί δημοσία δαπάνη και με τιμές αρχηγού κράτους ή ως ιδιώτης.
Προσωπικά θα πρότεινα δημοσία δαπάνη να κηδεύονται μόνο όσοι έπεσαν «υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» σε καιρό πολέμου ή, σε καιρό ειρήνης, όσοι «έπεσαν» στον βωμό του καθήκοντός τους, αστυνομικοί, πυροσβέστες, λιμενικοί ή πολίτες που θυσιάστηκαν για τον πλησίον, για συνανθρώπους τους. Έτσι θα αποφύγουμε και την διχοστασία του λαού. Ούτε πρόεδροι, πρωθυπουργοί ή υπουργοί, πολιτικοί τέλος πάντων να… απολαμβάνουν (τρόπος του λέγειν) τέτοιας εθνικής τιμής. Ποιος, αλήθεια, δικαιούται από τους ζώντες πολιτικούς “να παραχωθεί” με μουσικές και αγήματα;
Καταβαραθρωμένη οικονομικά και δημογραφικώς στα όρια της ιστορικής ευθανασίας η πατρίδα, παραλυμένη ηθικώς, με τον ανθό της στα ξένα, με παιδεία – παιδομάζωμα, με δημόσια διοίκηση τυραννική και αρπακτική, με προδοσίες της Μακεδονίας, ποιον να τιμήσουμε; Τους ολετήρες της; Οι αρχαίοι έλεγαν «δει τον άρχοντα παυόμενον της αρχής μη πλουσιώτερον, αλλά ενδοξότερον γεγονέναι». Ο εξερχόμενος αξιωματούχος πρέπει να είναι όχι πιο πλούσιος, αλλά πιο ένδοξος. Δείξτε μου έναν που συνταξιοδοτήθηκε φτωχότερος, συνοδευόμενος από την αγάπη του λαού. Έναν…
«Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές», έλεγε ο Σολωμός. Ό,τι διχάζει δεν είναι εθνικό, είναι κίβδηλο, ψεύτικο. Πότε έχουμε εθνική ομοψυχία και σύμπνοια; Στα πανηγύρια της Ορθοδοξίας και στις γιορτές του έθνους. Όταν η εκκλησία των πιστών, συνοδεύει πάνδημη με τιμές αρχηγού κράτους – ο Χριστός, ο ουράνιος βασιλεύς, είναι ο μόνος αρχηγός του Έθνους μας – τον Επιτάφιο και γιορτάζει την Ανάσταση του Σωτήρος και η εκκλησία του δήμου τιμά την ανάσταση του Γένους, συναντάς την πολυπόθητη ομόνοια του λαού. Γιατί; Διότι δεν μπορεί να τα μολύνει αυτά η κομματοκρατία. Γι’ αυτό και η αήθης πολεμική και κατασυκοφάντηση μέσω της εκπαίδευσης και των σχολικών βιβλίων, των εθνικών επετείων και των εορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα, που τόσο ζει ο λαός μας.
Έχουμε απέναντι έναν λυσσασμένο εχθρό και πέφτουμε από διχόνοια σε διχόνοια, με το παραμικρό γεγονός. Από πέρυσι τον Μάρτιο διχαστήκαμε σε ουκρανόφιλους και ρωσόφιλους. Μας διδάσκει ο σοφότατος Γέρος του Μοριά κάτι ωραίο. «Ερωτηθείς αν είναι ρωσόφιλος ή αγγλόφιλος ή γαλλόφιλος, απάντησε: Ήμουν και θα είμαι θεόφιλος, γιατί μόνο ο Θεός αγαπάει και φυλάει την Ελλάδα». (Αν τα ήξερε αυτά ο πρωθυπουργός δεν θα έστελνε ασυλλόγιστα όπλα στους Ουκρανούς, εμπλέκοντας την χώρα στην διαμάχη. Δεν συνάδει με τον ελληνικό πολιτισμό η αποστολή όπλων. Τελευταία φορά που στείλαμε όπλα στην μεγάλη ομοεθνία των Σλάβων, ήταν το 9ο μετά Χριστόν αιώνα, όταν ο πατριάρχης Μέγας Φώτιος, απέστειλε όχι σφαίρες και άρματα μάχης, αλλά δύο «πυρηνικά όπλα» που άλλαξαν την ιστορία αυτών των λαών. Τους αυταδέλφους από την Θεσσαλονίκη, Έλληνες αγίους, Κύριλλο και Μεθόδιο που κρατούσαν στο ένα χέρι το Ευαγγέλιο και στο άλλο το κυριλλικό αλφάβητο, οι φωτιστές των Σλάβων, όπως έξοχα τους τίμησε η ιστορία).
«Ρωμαίικος καβγάς τούρκικος χαλβάς», λέει μια ευφυής παροιμία. Και τους πληρώσαμε ακριβά αυτούς τους εμφύλιους «καβγάδες». Κόντεψε να χαθεί η επανάσταση του ’21 από τις αλληλομαχίες. «Οι ηγέτες των Ελλήνων, στρατιωτικοί και πολιτικοί, και ως ομάδες, αλλά και μεταξύ τους, ακόμη και από τόπο σε τόπο, είναι περισσότερο διαιρεμένοι τώρα παρά στην αρχαία δοξασμένη εποχή τους, τότε που η Ελλάδα δεν είχε άλλους εχθρούς παρά τους …Έλληνες», γράφει o αείμνηστος καθηγητής Απ. Βακαλόπουλος στο περισπούδαστο βιβλίο του «ο χαρακτήρας των Ελλήνων». (σελ. 151).
Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρώτο κείμενο της ελληνικής λογοτεχνίας, στην αυγή του βίου μας, η Ιλιάδα του Ομήρου, αρχίζει με την λέξη «μήνιν», την οργή και τον θυμό του Αχιλλέα, όχι εναντίον των εχθρών, αλλά κατά του Ατρείδη Αγαμέμνονα. Αντιμάχονται οι αρχηγοί των Ελλήνων, για μια γυναίκα την Χρυσηίδα, με οδυνηρές συνέπειες. Τραγική κατάληξη είχε και η εμφύλια διαμάχη, που ονομάστηκε «Εθνικός Διχασμός». Την μικρασιατική καταστροφή. Τα ίδια και στην Κύπρο το 1974. Μυαλό δεν βάζουμε. Θα μας έρθουν κανένα βράδυ οι Τούρκοι, κατά την προσφιλή αποστροφή του ανισόρροπου Ερντογάν, κι εμείς θα «καβγαδίζουμε», για το πώς θα κηδέψουμε τον βασιλιά ή τον τάδε αξιωματούχο. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι κατάντησε κομματική διένεξη και εν όψει των εκλογών «συσπείρωση», έτσι το λένε, των αμνών; Για τέτοια είμαστε τώρα; Αυτά ανήκουν στο παρελθόν, μόνο τραγωδίες προκάλεσαν στην έρμη πατρίδα.
O σπουδαίος Σαράντος Καργάκος, τέτοιες μέρες εκοιμήθη πριν από τρία χρόνια, αιωνία η μνήμη, να ένας αληθινός Έλληνας που άξιζε «δημοσία δαπάνη», έγραφε σε μια ανάλογη περίσταση: «Είναι εμφανείς εκείνοι που μας σπρώχνουν στον αλληλοσπαραγμό. Δεν έχω καμμία διάθεση να χορέψω μαζί τους το “Χορό των Σκελετών”, γι’ αυτό δημόσια δήλωσα αποχή από πλήθος στημένες συζητήσεις, προβάλλοντας ως δικαιολογητική άρνηση την φράση του Μακρυγιάννη: Εγώ κρέας για εμφύλιο δεν πουλώ».