«ΜΕΛΕΤΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ: NEKT. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ)
– Επιμέλεια – Αντιγραφή:
Ηλιάδης
καταλληλότερος από τον σημερινό, ώστε να γίνει γνωστή σε όλον τον κόσμο η
πληθύς των αρετών των αγίων της μας Εκκλησίας; Σε παρόμοιες και πολύ
δυσκολότερες ώρες οι άγιοι απεκάλυψαν,
άκοντες εκόντες και εν ταπεινώσει, μπροστά στα μάτια του κόσμου τις θείες
αρετές τους. Η αποκάλυψη έγινε με ποικίλους τρόπους, όπως διαβάζουμε στα
συναξάριά τους, κατά πως τους φώτιζε η αποθησαυρισμένη στην ψυχή τους χάρις και
παρέμεινε διαχρονική παρακαταθήκη και σε εμάς τους επιγόνους τους. Διότι, η
δύναμη της γνήσιας αρετής είναι η ανώτερη δύναμη που πείθει και θεμελιώνει την
πίστη με περισσή σταθερότητα. Από την ζωή και τα έργα των αγίων θα εμψυχωθούν
οι πιστοί και θα καλλιεργηθεί πνεύμα ενότητας, εμπιστοσύνης και ελπίδας.
Πενταπόλεως Νεκταρίου προς κάποιο μοναχό Ιωάσαφ, στο οποίο ταπεινά εξυμνεί
τον ασκητή, ως υπέρτερο των Αρχιερέων. Γράφει μεταξύ άλλων: «… Αυτός που τελειώθηκε στην αρετή, υπερέχει αυτού, ο οποίος δεν έχει ακόμη
τελειωθεί .Και αυτός που έμεινε ολωσδιόλου γυμνός από την αρετή, υστερεί πολύ
αυτού που ζει αγωνιζόμενος την αρετή. Ο
δε αμελής και αμέριμνος, ακόμη και αν είναι Αρχιερέας, υστερεί κατά παρασάγγας
από τον επιμελή και τον ευρισκόμενο σε εγρήγορση, ακόμη και αν αυτός είναι
κάποιος ταπεινός και ασήμαντος μοναχός. Άρα, το αξίωμα δεν εξυψώνει τον κάτοχό
του, αλλά η αρετή είναι η μόνη δύναμη που εξυψώνει, η οποία προσφέρει και τον
αρραβώνα της τέλειας δόξας».
δημοσιεύουμε μια επιστολή του αγίου Φωτίου
του Μεγάλου προς τον αυτοκράτορα Βάρδα. Είναι συγκλονιστική η ταπείνωση του
αγίου στην περιγραφή της βίαιης και παρά την θέλησή του εκλογής σε Πατριάρχη
και της «προσαγωγής» του στον θρόνο. Ο άγιος, ο οποίος υπήρξε μια από τις
λαμπρότερες μορφές της Ορθοδοξίας, στύλος και πυλώνας της αγίας Παραδόσεως,
αγωνίστηκε κατά ποικίλων εχθρών της πίστεως, αλλά κυρίως των εικονομάχων και
της αιρέσεως του παπισμού. Ένας άγιος, ο οποίος συκοφαντήθηκε και διώχθηκε στην
εποχή του (9ος αιώνας), όπως εξάλλου και ο άγιος Νεκτάριος. Στην
επιστολή αναφέρεται με πολλή ζέση καρδιάς σχετικά με την μεσολάβησή του στον
καίσαρα, για έναν ιερέα Βλάσιο, τον οποίο βασάνισαν και του έκοψαν την γλώσσα,
επειδή έδειξε θάρρος και παρρησία, παρ` όλο που οι εχθροί του Φωτίου τον
συκοφαντούσαν και προσπαθούσαν να τον συμπεριλάβουν και αυτόν, τον Βλάσιο, στον
αριθμό των θυμάτων της «φιλοδοξίας» του αγίου.
η επιστολή προς τον καίσαρα:
ακόμη να γευτώ την πείρα, γνώριζα εγώ τον εαυτό μου, πως είμαι ανάξιος του
αρχιερατικού βαθμού και της ποιμαντικής ευθύνης. Γι` αυτό και ενώ με
μετέφεραν διά της βίας συρόμενο, δίσταζα
και ήθελα να τα αποφύγω αυτά τόσο πολύ, ώστε θα προτιμούσα να με έπαιρνε ο
θάνατος, πριν από εκείνην την πρόταση για την εκλογή μου, περισσότερο δε για
την ανυπόφορη βία. Διότι, δεν θα καταβύθιζαν κάθε μέρα την ταλαίπωρή μου ψυχή τα τόσα και
τοιαύτα εφορμώντα κύματα κακών, των οποίων η αναμονή και η προσδοκία (καθώς δεν
αντέχει η ανθρώπινη φύση να χωρέσει στη σκέψη όλες μαζί τις δυσκολίες του
μέλλοντος, αν μάλιστα διακατέχεται από σκληρότητα) με συντάραζε τότε και με
καταστενοχωρούσε. Όσο δε με πλήγωναν αυτά και με πονούσαν, έκλαιγα, παρακαλούσα
και έκανα τα πάντα, εκτός από το να συμφωνώ με αυτούς που με επέλεξαν και με
εξεβίαζαν. Και θρηνούσα γοερώς, ώστε να
περάσει από μένα το ποτήρι των πολλών και πολυτρόπων φροντίδων και πειρασμών.
αυτά τα πράγματα με διδάσκουν εκ των υστέρων και ελέγχουν την δική μου
αναξιότητα. Και δεν είναι πλέον ο φόβος προσδοκώμενος, αλλά πόνος που προέρχεται
από τα συμβαίνοντα γεγονότα και στεναγμός και αμηχανία, γι` αυτούς που ήδη πλέον την έχουν γευτεί. Διότι, όταν βλέπω ιερείς,
όποιοι κι αν ήταν αυτοί, να υποφέρουν όλοι μαζί για ένα παράπτωμα, να
δέρνονται, να διαπομπεύονται, να χλευάζονται, να τους κόβεται η γλώσσα
(σπλαχνίσου, Κύριε, τις αμαρτίες μας!) πώς να μην μακαρίσω αυτούς που πέθαναν
για μένα; Πώς, αυτό το φορτίο που μου φορτώθηκε, να μην το υπολογίσω ως αφορμή
για τον έλεγχο των αμαρτιών μου; Άνθρωπος φτωχός, απροστάτευτος, χωρίς να έχει
φτάσει στην απάθεια του νου (για τέτοιους ταιριάζει μάλλον η λύπηση και όχι η
αγανάκτηση), έπαθε τόσα κακά μαζί; Πουλήθηκε, χτυπήθηκε, φυλακίστηκε` το δε απαρηγόρητο,
του κόπηκε η γλώσσα και όλα αυτά, έχοντας το χάρισμα της ιεροσύνης. Γι` αυτόν
πολλές φορές μεσολάβησα, γι` αυτόν πολλές φορές παρακάλεσα με πόνο, γι` αυτόν
εγώ ο ασήμαντος πήρα απαντήσεις δίχως αισθήματα και αυτοί που τα είδαν,
γνωρίζουν πολύ καλά. Αν όμως και αυτοί λησμόνησαν, ο Θεός δεν λησμονεί. Ποια
λοιπόν ελπίδα να έχω σ` αυτά που θα έρθουν και δεν τα γνωρίζω, όταν στα φανερά
και σ` αυτά που πέφτουν στην αντίληψή μου, αποτυγχάνω και γίνομαι περίγελως; Πώς
να παρακαλέσω για τις αμαρτίες τις δικές σου και του λαού, ώστε να βρω
εξιλέωση, όταν μεσολάβησα σε σένα (τον καίσαρα) για έναν και ταπεινώθηκα μ`
αυτόν τον τρόπο και εξαπατήθηκα;
Όλα αυτά τα έγραψα με ματωμένα δάκρυα. Μένει
δε σ` εσένα από δω και πέρα, αν θα είναι αυτή εδώ η επιστολή η πρώτη ή η
τελευταία, που θα δεχτείς. Διότι, εγώ μιλώ ενώπιον του Κυρίου. Δηλαδή, αν είναι
τέτοιος ο σκοπός σου, ώστε στις εύλογές μας ικεσίες και στις παρακλήσεις να μας
εξαπατάς και να μας διώχνεις μακριά σου και, αν δεν παρασχεθεί σε εκείνον τον
δυστυχή με κάθε τρόπο στήριξη και παρηγοριά, δεν πρόκειται να σου ξαναγράψω
ούτε να σε ενοχλήσω κατ` άλλον τρόπο, αλλά θα ηρεμήσω, ώστε να εξετάσω τον
εαυτό μου και να κλάψω τις αμαρτίες μου. Αλλιώς, αν μαζί με τους καθημερινούς,
εκτός από τους δικούς μου, αναφυόμενους
πειρασμούς και περιστάσεις, απολέσω μαζί και την αθλία μου ψυχή, θα ήμουν ο
αθλιότερος όλων των ανθρώπων».