Ὁμιλία
Καθηγουμένου τοῦ
Ἱεροῦ Κοινοβίου Ὁσίου Νικοδήμου Πανοσιολογιωτάτου
Ἀρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου
(
Ἐκκφωνήθηκε τήν Τρίτη 03 Σεπτεμβρίου 2024 στά πλαίσια τοῦ ἐτησίου Γενικοῦ Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς και Κονίτσης, εἰς Κουκλιούς Πωγωνίου).
Σεβασμιώτατε
Μητροπολίτα Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς και Κονίτσης κ.Ἀνδρέα,
Σεβαστοί
Καθηγούμενοι καί σεβαστοί ἀδελφοί μου ἱερεῖς,
Ἐλλογιμώτατοι
κύριοι Καθηγητές,
Ἀποτελεῖ
τιμή καί χαρά γιά μένα ἡ πρόσκλησή Σας, Σεβασμιώτατε, νά ἀπευθύνω λόγο στήν ἱερατική
σύναξη τῆς Μητροπόλεώς Σας. Μέ τίς εὐχές Σας θά ἀναπτύξω εὐθύς ἀμέσως τό θέμα «Ὁ προσωπικός ἁγιασμός τοῦ Ἱερέως ὡς ἀπαραίτητη
προϋπόθεση γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου». Εὐχηθεῖτε νά λαλήσω λόγον οἰκοδομῆς
καί παρακλήσεως πρός τούς ἀγαπητούς ἀδελφούς ἱερεῖς.
ΤΙ
ΕΙΝΑΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗ
Τί
εἶναι ἡ ἱερωσύνη; Ἱερεύς, Λειτουργός, Πρεσβύτερος, Παπάς εἶναι μερικά ἀπό τά ὀνόματα
πού περιγράφουν τόν φέροντα τήν ἱερατική τιμή καί ἀξία τοῦ δευτέρου βαθμοῦ τῆς Ἱερωσύνης.
Στήν εὐχή τῆς χειροτονίας ὁ ἀρχιερεύς εὔχεται ὥστε ὁ χειροτονούμενος νά πληρωθῇ
Πνεύματος Ἁγίου, νά γίνει ἄξιος νά παρίσταται ἀμέμπτως ἔμπροσθεν τοῦ ἱεροῦ
Θυσιαστηρίου, νά κηρύσσει τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας, νά ἱερουργεῖ τόν λόγον τῆς
ἀληθείας, νά προσφέρει δῶρα καί θυσίες πνευματικές, νά ἀνακαινίζει τόν Λαό τοῦ
Θεοῦ διά τοῦ Λουτροῦ τῆς Παλιγγενεσίας. Καί ἐν τέλει νά δεχθεῖ κατά τήν Δευτέρα
Παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τόν μισθό τῆς ἀγαθῆς οἰκονομίας τοῦ οἰκείου
τάγματος.
Ἡ
θεία Λειτουργία καί ἡ διακονία τῆς Ἱερωσύνης ἀπορρέουν ἀπό τό «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν» (Λουκ. 22,19), πού ἐνετείλατο ὁ
Χριστός μας στούς μαθητές καί Ἀποστόλους Του. Ὁ Ἱερεύς μέσα στήν ἐνορία εἶναι
τό ὁρατό σημεῖο τῆς παρουσίας του Θεοῦ.
Στόν
Ἑσπερινό πρό τῆς Πεντηκοστῆς ψάλλουμε: «Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, βρύει
προφητείας, ἱερέας τελειοῖ…».
Τό
Ἅγιον Πνεῦμα εἰδικότερα λοιπόν μέ τήν τελεταρχική χάρη Του ἁγιάζει καί καθιστᾶ ἱκανούς
τούς ἀνθρώπους νά ἱερουργοῦν τά ἅγια Μυστήρια.
Ὁ
ἱερέας εἶναι μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Εἶναι αὐτός πού λαμβάνει τά πρός
σωτηρίαν αἰτήματα, καί τά ἀναφέρει στό ἐπίγειο θυσιαστήριο, ὥστε νά εἰσακουσθοῦν
στό ἐπουράνιο. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἱερατικοῦ ἔργου προϋποθέτει, ὅπως θά δοῦμε
κάτωθι, τόν προσωπικό ἁγιασμό τοῦ ἱερέως-ποιμένος.
Καί
ὁ προσωπικός ἁγιασμός τοῦ ἱερέως εἶναι ἄμεσα συνυφασμένος μέ τήν ἀνελλιπῆ ἐπιτέλεση
τῶν ἱερατικῶν του καθηκόντων, δηλαδή τήν συνεπῆ ἐπιτέλεση τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ ὡρολογίου
προγράμματος τοῦ εἰκοσιτετραώρου καί τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, κυρίως δέ τῆς θείας
Λειτουργίας.
Η
ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Ἡ
θεία Λειτουργία εἶναι ἡ πηγή τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά ἔχουμε τήν αἴσθηση
καθώς εἰς τόν ναόν εἰσερχόμεθα, ὅτι εἰς τόν οὐρανόν ἀναβαίνομεν. Καί ἐκεῖ νά ζοῦμε
τό Πάσχα μέ τό «πᾶσαν
τήν βιοτικήν ἀποθώμεθα μέριμναν»,
περιμένοντας
μέσα στήν καρδιά μας νά ἔλθει ὁ Χριστός ὡς Βασιλεύς τῶν ὅλων.
Μέσα
στίς καθημερινές θεῖες Λειτουργίες καί τίς καθημερινές Ἀκολουθίες βρίσκεται ὁ
Θεός. Καί ἐμεῖς Τόν παίρνουμε –μέσα ἀπό τόν ναό– μέσα στήν καρδιά μας καί Τόν
μεταφέρουμε μέσα στήν ἐνορία μας, στήν οἰκογένειά μας, στό κελλί μας, ὅπου
συνεχίζουμε τόν πνευματικό ἀγώνα, τήν προσευχή καί τήν προσοχή, μήν ἀφήνοντες
νά εἰσέλθει μέσα εἰς τήν καρδίαν μας ὁ ἀντίπαλος, μήν τυχόν τό σκοτάδι διώξει
τό φῶς.
Κάθε
φορά πού εἰσερχόμαστε στόν ναό γιά νά τελέσουμε τό μυστήριο τῆς θείας
Λειτουργίας, στό Θαβώρ ἀνεβαίνουμε καλεσμένοι ἀπό τόν Ἴδιο τόν Ἰησοῦ. Κάθε θεία
Λειτουργία εἶναι μιά πρόσκληση γιά νά ἀνεβοῦμε στό ὄρος Θαβώρ, γιά νά συναντηθοῦμε
μέ τόν μεταμορφωμένο Χριστό ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ! Εἶναι μιά δοκιμή τῆς προσωπικῆς
συμμετοχῆς μας στό γεγονός τῆς θείας Μεταμόρφωσης. Εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό τόν
Χριστό γιά νά ζήσουμε τήν μεταμόρφωση, ὄχι τόσο τή δική Του, ὅσο τή δική μας! Μᾶς
καλεῖ ὁ Ἰησοῦς θέλοντας νά μᾶς δείξει, μέσα στή δική Του δόξα, αὐτήν πού
περιμένει ἐμᾶς στόν οὐρανό, κοντά Του!
ΜΕΤΑΝΟΙΑ-ΚΑΘΑΡΣΗ
Ὅμως
γιά νά εἰσέλθουμε στή δόξα αὐτή, ἀπαιτεῖται πρῶτα νά καθαρίσουμε τίς καρδιές
μας μέ τό μυστήριο τῆς Μετανοίας, διότι «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί
τόν Θεόν ὄψονται…». Τήν
δόξα τοῦ Θεοῦ ὁ καθένας τήν βλέπει ἀνάλογα μέ τό πόσο καθαρή ἔχει τήν καρδιά
του, ἀνάλογα μέ τήν ταπείνωσή του καί τήν εἰλικρινῆ μετάνοιά του.
Ἄν
κάποιος ἄνθρωπος ἐξομολογηθεῖ ἐν ἀληθινῇ μετανοίᾳ καί εἰσέλθει σέ ναό ὅπου τελεῖται
τό μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας, –πόσο μᾶλλον ὁ ἴδιος ὁ ἱερεύς πού τελεῖ τό
μυστήριο– τότε θά ζήσει καί θά γευθεῖ πράγματα πού ὀφθαλμός δέν εἶδε καί θά ἀκούσει
λόγια πού αὐτί δέν ἄκουσε…
ΠΡΟΣΕΥΧΗ-ΑΓΙΑΣΜΟΣ
Ἡ
θεία Λειτουργία πρέπει νά συνεχίζεται ὅλη τήν ἡμέρα μέσα εἰς τήν ψυχήν μας καί
εἰς τόν νοῦν μας μέ τήν νοερά προσευχή. Τίποτα δέν εἶναι ἀνώτερο καί μεγαλύτερο
ἀπό τό Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας. Τίποτα νά μήν μπορεῖ νά μᾶς ἐπηρεάσει
περισσότερο ἀπό τή θεία Λειτουργία. Ἡ δέ προσευχή εἶναι καρπός τῆς θείας
Λειτουργίας καί ἡ πιό μεγάλη φιλανθρωπία…
«πνεῦμα
ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν.» (Ἰωάν., 4, 24).
Ἕνα
κρίσιμο στοιχεῖο γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου λοιπόν εἶναι ἡ
προσωπική κάθαρση: «Καθαρθῆναι
δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙
ἐγγίσαι Θεῷ καί προσαγαγεῖν ἄλλους∙ ἁγιασθῆναι καὶ ἁγιάσαι», μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος. Ἀλλοῦ ὁ ἴδιος μᾶς λέει: «Μνημονευτέον
τοῦ Θεοῦ ἤ ἀναπνευστέον».
Ὁ
ἱερεύς ὀφείλει νά εἶναι ἤ νά γίνει Ἅγιος. «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι.» (Πέτρ. Α΄, 1,16) . Ἔτσι θέλει καί ὁ
λαός τόν ἱερέα: ἄμεμπτο καί στό μεθόριο μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς.
Ἄς
μήν ξεχνοῦμε ὅτι ἰσχυρότερο ἀπό τά λόγια καί τό κήρυγμα εἶναι τό ἴδιο τό ζωντανό
παράδειγμα. Ὁ λαός στό πρόσωπο τοῦ ἱερέως θέλει νά δεῖ τήν ἐνσάρκωση τῶν ἰδίων
τῶν λόγων τοῦ ἱερέως: ἐάν ὁ ἴδιος ὁ ἱερεύς ζεῖ τό μυστήριον τῆς μετανοίας,
δικαιολογημένα παροτρύνει πρός μετάνοιαν. Ἐάν ὁ ἴδιος ζεῖ μέσα στό πνεῦμα τοῦ
Θεοῦ, ἄν ἔχει προσευχή καί φωτισμό, τότε ὀρθῶς παροτρύνει τό ποίμνιο πρός τά ἀνώτερα.
Ἐάν δέ ὁ ἴδιος θεώνεται μέσῳ τῆς μεταλήψεως τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, τότε ἕλκει ἀβίαστα
πρός τή θέωση καί τό ποίμνιο …
ΑΓΙΟΙ,
ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Προκειμένου
νά ἀντιληφθοῦμε ἐναργέστερα τήν χρεία τοῦ προσωπικοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ ποιμένος,
σκεφθήκαμε ταπεινά νά καταφύγουμε στόν ἀπύθμενο πλοῦτο τῆς μητέρας μας Ἐκκλησίας.
Θά ἀναδιφήσουμε τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί ἱστορία καί θά φέρουμε παραδείγματα ἀπό,
κατά κοινήν ὁμολογίαν, ἐπιτυχημένους ποιμένες. Ἐπιτυχημένος στήν Ἐκκλησία καί
γνήσιος ποιμένας, κατά μίμησιν τοῦ πρώτου καί μοναδικοῦ ποιμένος Χριστοῦ, εἶναι
ὁ Ἅγιος.
Αὐτοί
σημείωσαν, θά λέγαμε, ἐξαιρετική ἐπιτυχία –γιά νά χρησιμοποιήσουμε σύγχρονη ὁρολογία–
στό ποιμαντικό τους ἔργο. Ὄχι μόνον ἔγραψαν ἤ δίδαξαν, ἀλλά ἐφάρμοσαν αὐτά πού
δίδαξαν, καί ἔτσι ἁγίασαν. Ἀποτελοῦν μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος παραδείγματα αὐτῶν
πού ἀξιώθηκαν τοῦ ἐπαίνου τοῦ Κυρίου: «Ὅς
δ᾿ ἄν ποιήσῃ καί διδάξῃ, μέγας κληθήσεται ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,19). Ὁ Κύριος πρῶτα παραθέτει
τό «ποιήσῃ»· ἐδῶ διακρίνουμε τό στοιχεῖο τοῦ
προσωπικοῦ ἁγιασμοῦ ἀλλά καί τό στοιχεῖο τοῦ παραδείγματος. Ἔπειτα ὁ Κύριος
παραθέτει τό «διδάξῃ». Ἄρα τό «ποιήσῃ» εἶναι προϋπόθεση τοῦ «διδάξῃ».
ΑΓΙΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στόν 6ο λόγο Περί Ἱερωσύνης γράφει γιά
τόν ἱερέα: «Ἄς
συλλογισθεῖ ὁ καθένας πόσο τέλειος πρέπει νά εἶναι αὐτός πού μεσιτεύει γιά ὅλη
τήν πόλη! Καί γιατί λέω τήν πόλη: γιά ὅλη τήν οἰκουμένη· καί παρακαλεῖ τόν Θεό
νά γίνει ἵλεως στίς ἁμαρτίες ὅλων μας· κι ὄχι μονάχα τῶν ζωντανῶν, ἀλλά καί τῶν
πεθαμένων. Γιατί ἐγώ τουλάχιστον πιστεύω, πώς ἡ παρρησία πού ἔχει ὁ Μωϋσῆς καί ὀ
Προφήτης Ἠλίας, δέν φθάνει ποτέ γιά μιά τόση μεγάλη μεσίτευση. Γιατί σά νά ᾿χει
πάρει ἐπάνω του τήν εὐθύνη γιά ὅλο τόν κόσμο, ἤ σά νά ᾿τανε αὐτός ὁ πατέρας ὁλωνῶν,
ἔτσι πλησιάζει τόν Θεό· καί τόν παρακαλεῖ νά πάψουν οἱ πόλεμοι παντοῦ· καί νά
σταματήσουν οἰ ἀναταραχές· καί τοῦ ζητᾶ νά στείλῃ εἰρήνη, καλοχρονιές καί
γρήγορην ἀπαλλαγήν τοῦ καθενός ἀπό κάθε ἐπικείμενο κακό, καί στήν ἰδιωτική καί
στή δημόσια ζωή του. Καί πρέπει αὐτός τόσο πολύ νά διαφέρῃ σ᾿ ὅλα ἀπό ἐκείνους
γιά τούς ὁποίους παρακαλεῖ, ὅσο εἶναι εὔλογο νά διαφέρῃ ἕνας προϊστάμενος ἀπό
τούς προστατευομένους του.
» Ὅταν δέ ἱερουργῇ τήν φρικωδεστάτη θυσία
καί ἐπικαλεῖται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καί βρίσκεται σέ ἀδιάκοπη ἐπαφή μέ τόν
κοινό Δεσπότη ὅλων μας, πές μου, ποῦ νά τόν κατατάξωμε; Καί πόση καθαρότητα καί
πόσην εὐλάβεια δέν θ᾿ ἀξιώσουμε νά ᾿χει
αὐτός ; Γιατί σκέψου, τί χέρια πρέπει νά εἶναι αὐτά πού διακονοῦν σ᾿ αὐτό τό
μυστήριο· καί ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ γλώσσα, ἀπό τήν ὁποῖα ἀναβλύζουν τά λόγια ἐκεῖνα·
καί πόσον ἀνυπέρβλητα καθαρότερη καί ἁγιώτερη, ἀπό τό κάθε τι, πρέπει νά εἶναι ἡ
ψυχή ἐκείνη, πού θά ὑποδεχθεῖ τό ἀσύγκριτον αὐτό Πνεῦμα;».
ΜΕΓΑΣ
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Στή
συνέχεια, σταχυολογοῦμε στίχους ἀπό τό «παράγγελμα» τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «πρός τόν ἱερέα»:
»Ἀγωνίσου, ὦ ἱερέα, νά παραστήσεις τόν ἑαυτόν
σου ἐργάτη ἀνεπαίσχυντον, πού ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας.
»Κάνε τόν ἑαυτό σου ἄξιο τῶν ἱερῶν κανόνων.
»Μὴν ντραπεῖς κανένα τῶν ἐνδόξων τῆς γῆς, οὔτε
αὐτόν πού φέρει τό στέμμα στό κεφάλι του, τήν ὥρα ἐκείνῃ.
»Σέ αὐτούς πού εἶναι ἄξιοι τῆς θείας μεταλήψεως
νά μεταδίδεις τά ἅγια δωρεάν, ὅπως καί ἐσύ τά ἔλαβες. Σέ αὐτούς πού οἱ θεῖοι
κανόνες δέν ἐπιτρέπουν, μήν μεταδίδεις.
»Αὐτά καί τά παρόμοια ἄν φυλάσσεις, καί τόν
ἑαυτό σου θά σώσεις καί αὐτούς πού σέ ἀκοῦνε.
ΑΓΙΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Ὁ
ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνέταξε τό «Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον ἤ Περί
φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων»
κατά
παράκληση τοῦ ἐξαδέλφου του, Ἐπισκόπου Εὐρίπου Ἱεροθέου. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος
συμβουλεύει τούς ἀναγνώστες νά φυλάσσουν τίς αἰσθήσεις τους μέ ὅλη τή δύναμή
τους· ὅσοι κάνουν ἔτσι, ἔλεγε, ἀπαλλάσσουν τούς ἑαυτούς τους ἀπό κάθε πονηρή ἐπιθυμία
καί ἀπό κάθε κρυφή εἴσοδο τῶν δαιμόνων πού γίνεται μέσῳ τῶν αἰσθήσεων,
συμπεριλαμβανομένης καί αὐτῆς τῆς ἕκτης, τῆς φαντασίας.
Σέ
ἄλλο βιβλίο του, στό «Ἐξομολογητάριον» ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀναφερόμενος στόν
Ποιμένα-Πνευματικό θεωρεῖ ὅτι αὐτός πρέπει «νά ἔχει γιατρεμένα καί νικημένα τά
πάθη του» καί
ἐπίσης νά μήν «ζεῖ
σύμφωνα μέ τόν νόμο τῆς σάρκας, ἀλλά νά ὁδηγεῖται ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ».
ΑΓΙΟΣ
ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
Ὁ
δέ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ ἔλεγε: «Βρές
τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ μέσα σου, καί χιλιάδες ἄνθρωποι θά τήν βροῦν κοντά σου». Πράγματι, ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἑνώνει
τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό. Προκειμένου, ὅμως, νά ἀξιωθεῖ κανείς νά λάβει αὐτήν τήν
εἰρήνη, πρέπει νά ἀγωνιστεῖ φιλόπονα γιά νά ἀποκτήσει εἰρηνική ψυχική
κατάσταση, νά ὑπομένει τίς ἀδυναμίες τῶν ἄλλων καί νά συγχωρεῖ ὁλόψυχα ὅσους
τόν ἀδικοῦν. «Ἀλλήλων
τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,2). Ὅποιος ἐφαρμόζει τόν νόμον
τοῦ Χριστοῦ, θ᾿ ἀξιωθεῖ νά λάβει τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, πού ξεπερνᾶ πολύ τή
φυσιολογική ἀνθρώπινη ἀντίληψη. Αὐτή ἡ εἰρήνη διώχνει κάθε φόβο ἐπιγείων συμφορῶν
καί βασάνων, σβήνει κάθε ἐγκόσμιο ἐνδιαφέρον, θεραπεύει κάθε λύπη, γεννᾶ τήν ἀγάπη
πρός ὅλους –ἀγάπη πού σκεπάζει ὅλες τίς ἀδυναμίες
τῶν συνανθρώπων μας, ἔτσι ὥστε νά μήν τίς βλέπουμε–, γεμίζει τήν καρδιά μέ
συμπόνοια γιά τούς ἄλλους.
ΑΓΙΟΣ
ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΤΟΥ ΤΣΕΛΙΕ
Ὁ
ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς γράφει: «Οἱ
‟Βίοι τῶν Ἁγίωνˮ δείχνουν πολυάριθμους, ἀλλά πάντοτε βέβαιους τρόπους σωτηρίας,
φωτισμοῦ, ἁγιασμοῦ, μεταμόρφωσης, χριστοποίησης, θεώσεως». Διά τοῦτο καί ὁ Ἅγιος προτρέπει τούς ἱερωμένους
κάθε βαθμίδος νά ἀναγινώσκουν τούς βίους τῶν ἁγίων Ἱερέων καί Ἱεραρχῶν ὥστε νά
τούς μιμηθοῦν.
ΑΣΚΗΣΗ
– ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ
Ἀλλά
καί ὁ μακαριστός Γέροντας Αἰμιλιανός Προηγούμενος τῆς Σιμωνόπετρας ἔλεγε ὅτι ὁ ἱερεύς
γιά νά γίνει πραγματικός ποιμένας, πρέπει νά βαδίζει στόν δρόμο τῆς ἁγιότητος.
Καί γιά νά γίνει αὐτό, χρειάζεται νά βάλει τήν ἄσκηση στή ζωή του. Ἄσκηση κατά
τόν μακαριστό Γέροντα Αἰμιλιανό εἶναι ἡ ἑκούσια στέρηση ἐπιτρεπτῶν ἀπολαύσεων ἤ
ἀγαθῶν. Ὁ ἱερεύς χρειάζεται νά νηστεύει καί νά ἀγρυπνεῖ. Νά καθαίρεται, νά
προσεύχεται διαρκῶς, νά φωτίζεται, νά θεώνεται. Ἔλεγε γιά τήν προσευχή ὁ ὁσιακῆς
μνήμης Γέροντας: Τό ὄνομα τοῦ Κυρίου εἶναι περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο πλῆρες
τῆς ἀστέκτου θείας δόξης. Ἡ ἀδιάλειπτη προφορά τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ… εἶναι ἡ
παροῦσα κοινωνία μας μέ τόν Χριστόν, ὅπως τόν ἔβλεπαν κατά τήν ἐπί γῆς ζωή του
οἱ μαθηταί καί ὅπως τόν εἶδαν καί ἐν συνεχείᾳ»…
ΣΥΣΤΑΥΡΩΣΗ
ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ
Πῶς
ἀλλιῶς μποροῦμε νά προσδιορίσουμε τόν ἀγώνα τῆς ἄσκησης ; Ἄσκηση εἶναι ἡ ἑκούσια
συμπόρευση καί ἡ συσταύρωση μέ τόν Χριστόν. Συχνά ἀκοῦμε ὅτι ὁ ἀρχιερεύς ἤ ὁ ἱερεύς
εἶναι «εἰς
τύπον καί εἰς τόπον Χριστοῦ».
Αὐτό
ὁ καθείς τό ἑρμηνεύει διαφορετικά, ἀλλά φρονοῦμε ὅτι ἡ πιό ὀρθή ἑρμηνεία εἶναι ἡ
ἑξῆς: Ὁ τύπος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρός καί ὁ τόπος του εἶναι ὁ Γολγοθᾶς.
Συνεπῶς, ὅποιος εἶναι «εἰς
τύπον καί εἰς τόπον Χριστοῦ»
εἶναι
κρεμασμένος καρτερικά πάνω στόν σταυρό του. Ἡ ἱερωσύνη εἶναι συσταύρωση μέ τόν
Χριστό, εἶναι μετοχή στή θυσία τοῦ Χριστοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἱερωσύνη δέν εἶναι
ἐξουσία, ἀλλά διακονία καί θυσία.
Ἄν
κάθε χριστιανός εἶναι µαθητής,
τότε πολύ περισσότερο κάθε ἱερεύς εἶναι µαθητής Ἐκείνου, πού πρῶτος σήκωσε τόν
σταυρό Του, τόν πιό βαρύ σταυρό, πού εἶχε βάρος ὅσο ὅλες οἱ ἁμαρτίες τοῦ
κόσμου. Γιά νά σηκώσουμε κι ἐμεῖς τόν δικό μας σταυρό, ἀναμφίβολα θέλουμε τήν
βοήθειά Του: «Χωρίς
ἐµοῦ
οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»
(Ἰωάν.
15,5), εἶπε ὁ Χριστός μας.
Γιά
νά ἀκολουθήσει κάποιος τόν Χριστό πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, δηλαδή τήν
φιλαυτία του, κάθε δεσμό μέ τό γήινο φρόνημα. Πρέπει νά εἶναι ἕτοιµος νά ὑποµείνει παθήµατα καί δοκιµασίες, θλίψεις καί πειρασµούς. Νά σταυρώσει «τήν σάρκα σύν τοῖς παθήµασι καί ταῖς ἐπιθυµίαις» (Γαλ. 5,24), νά νεκρώσει «τά µέλη του τά ἐπί τῆς γῆς» (πρβλ. Κολασ. 3,5), νά πεθάνει µυστικά, διότι ὅπως «ταῦτα ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν καί εἰσελθεῖν
εἰς τήν δόξαν αὐτοῦ» (Λουκ.
24,26), τό ἴδιο καί ὁ κάθε χριστιανός «διά
πολλῶν θλίψεων δεῖ εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 14,22).
Καί
ἄν αὐτό ἰσχύει γιά κάθε χριστιανό, πολύ περισσότερο ἰσχύει γιά τόν ἱερέα. Ὁ ἱερέας
ὀφείλει νά ἀποτελεῖ τό ζωντανό πρότυπο γιά τίς ψυχές πού τοῦ ἔχει ἐμπιστευθεῖ ὁ
Θεός. Μόνον ὅταν πορεύεται «ἐσταυρωμένος», θά ἐμπνέει καί θά συγκινεῖ τούς ἀνθρώπους
νά ἀκολουθοῦν τό παράδειγμά του.
Ὁ
σταυρός εἶναι ἕνα σχολεῖο στό ὁποῖο µαθητεύουν
ὅλοι οἱ µάρτυρες
καί οἱ Ἅγιοι, ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀληθινά ἀγαποῦν τόν Θεό. Ὁ σταυρός εἶναι τό
κλειδί µέ
τό ὁποῖο µπορεῖ
κάποιος νά ἀνοίξει τίς πῦλες τοῦ Παραδείσου.
ΑΓΙΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ
Ἄς
θυμηθοῦμε τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης. Ὁ Ἅγιος ἔζησε μέσα
στόν κόσμο, ἀλλά οὐκ ἤν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου (πρφρ Ἰω. 17,16). Πῶς ἔφθασε
ἀλήθεια νά μεταμορφώσει τήν ἄσημη ἐργατούπολη τῆς Κροστάνδης σέ προθάλαμο τοῦ
Παραδείσου ἤ μᾶλλον σέ αὐτόν τόν ἴδιον τόν Παράδεισον ; Ποιό ἦταν τό εἰδοποιό
σημεῖο τῆς δικῆς του παρουσίας ; Πρῶτα ἀπό ὅλα, λειτουργοῦσε ὅσο πιό συχνά
μποροῦσε. Τήν ὑπόλοιπη μέρα κρατοῦσε τήν προσευχή συνεχῶς μέσα του. Δεχόταν ἀγόγγυστα
ὅλους ὅσους ἤθελαν νά τόν συναντήσουν. Ἐπιπλέον, εἶχε αὐτομεμψία, ὅπως
διαβάζουμε καί στά συγγράμματά του. Ζοῦσε μέ παρθενία καί καθαρότητα σώματος
καί νοός. Ἀγωνιζόταν νά μεταμορφώσει πρῶτα ἀπό ὅλα τόν ἑαυτό του. Ἀγωνιζόταν νά
εἶναι ἀρεστός στόν Θεό. Χρησιμοποίησε τήν ἱερωσύνη ὡς γέφυρα γιά νά ἑνωθεῖ πρῶτα
ἀπό ὅλα ὁ ἴδιος μέ τόν Θεό.
Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ἔχοντας ἐπίγνωση τοῦ αὐθεντικοῦ σκοποῦ τῆς ἱερωσύνης τόνιζε πώς ὁ
ἱερέας εἶναι πρωτίστως ἱερουργός τῶν θείων Μυστηρίων, ὄργανο ἁγιασμοῦ καί
θεώσεως τῶν ἀνθρώπων. Ὅσο γιά τό ποιμαντικό ἔργο, γνώριζε καί δίδασκε ὅτι ἡ
καρποφορία του ἐξαρτᾶται ἀπό τήν προσευχή τοῦ ἱερέα καί ἀκόμη περισσότερο ἀπό
τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας.
Στήν
διδασκαλία του γιά τήν ἱερωσύνη, καθώς καί γιά τήν ἀδιάσπαστη ἑνότητα ἀνάμεσα
στόν ἱερέα καί στήν ἐκκλησιαστική σύναξη, ἀκολουθοῦσε τούς ἀρχαίους πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας καί ἰδιαίτερα τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν ὁποῖο βαθιά σεβόταν
καί συστηματικά μελετοῦσε. Σπάνια μιλοῦσε γιά τήν ἱερωσύνη χωρίς νά ἀναφέρεται
στή θεία Λειτουργία. Καί μιλώντας γιά τή θεία Λειτουργία, ἀναφερόταν συνήθως
στόν τελετουργό της, τόν ἱερέα καί στόν κατεξοχήν τελετουργό ὅλων τῶν
Μυστηρίων, τόν Χριστόν.
Τόνιζε
ἐμφατικά ὅτι «Ὁ
ἱερεύς εἶναι μέγας, ὅταν τελεῖ τίς καθημερινές ἀκολουθίες καί προπάντων τό
Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας… Πόσο σεβαστό εἶναι τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης…!
Μέ τήν ἱερωσύνη ὁ Κύριος … καθαρίζει καί ἁγιάζει τά λογικά πλάσματά Του, τή
φύση, τά ζῶα, ὅλα τά ὄντα. …Ὁ ἱερέας… διαρκῶς μιλάει στόν Κύριο καί διαρκῶς
τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Κύριος. Κάθε ἱεροτελεστία εἶναι προσευχή-δέηση πρός τόν Κύριο.
Κάθε ἱεροτελεστία εἶναι προσευχή-ἀπάντηση ἀπό τόν Κύριο».
«Στόν ἱερέα δέν πρέπει νά ὑπάρχει οὔτε σκιά
ὀργῆς ἤ πικρίας γιά κανένα. Στόν ἱερέα δέν πρέπει νά ὑπάρχει πάθος γιά τίποτε
τό ἐπίγειο, γιά φαγητό ἤ ἔνδυμα ἤ τιμή, ἤ, πολύ περισσότερο, γιά ἄνθρωπο. Ὁ ἱερέας
πρέπει νά εἶναι οὐράνιος, θεῖος, ἅγιος. Τί καθαρή καρδιά, καρδιά ξένη πρός κάθε
γήινη ἐμπάθεια πρέπει νά ἔχει ὁ ἱερέας, προκειμένου νά γίνει σκεῦος τῆς θείας ἀγάπης
καί νά προσφέρει στόν Θεό τήν ἀναίμακτη θυσία γιά τή σωτηρία ὁλοκλήρου τοῦ
κόσμου! Ἀπαθής σάν ἄγγελος πρέπει νά εἶναι ὁ ἱερέας, ἀλλά συνάμα καί ὅλος
φωτιά, φωτιά ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Πόσο καθαρά, πόσο ἀμόλυντα
πρέπει νά εἶναι τά ἱερατικά χείλη πού τόσο συχνά προφέρουν τό ὄνομα τοῦ Πατρός
καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί πόσο πρέπει νά ἀποφεύγει ὁ ἱερέας τίς
σαρκικές ἀπολαύσεις, γιά νά μήν γίνει ἄνθρωπος σαρκικός, στόν ὁποῖο δέν κατοικεῖ
τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ!… Ἐσύ, ὁ ἱερέας τοῦ Θεοῦ, συμβουλεύει ὁ Ἅγιος, νά τελεῖς
τή θεία Λειτουργία μέ φόβο καί τρόμο».
Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης συχνά ὁμολογοῦσε ὅτι ὅλη ἡ δύναμή του πήγαζε ἀπό τή θεία Εὐχαριστία.
Ἔγραφε στά σημειώματά του: «Ἡ
θεία Τροφή καθημερινά θαυματουργεῖ μέσα μου. Γκρεμίζει τό ἔργο τῶν δυνάμεων τοῦ
Ἄδη, πού ἀκατάπαυστα μέ πολεμοῦν μέ τά διάφορα πάθη καί τίς ἁμαρτωλές
συνήθειες. Πραγματοποιεῖ θαύματα καθάρσεως, ἁγιασμοῦ, εἰρήνης, ἐλευθερίας, ἀνακαινίσεως
τοῦ πνεύματος καί τοῦ σώματος, τά ὁποῖα στεροῦμαι μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς
καί τίς ἐμπαθεῖς κινήσεις τῆς καρδιᾶς». Τόνιζε ὅτι «θανάσιμο
εἶναι γιά τήν ψυχή νά μήν ἱερουργεῖ καί ἰδιαίτερα τό νά μήν κοινωνεῖ κανείς
συχνά. Ἡ ψυχή τότε ἐξασθενεῖ, χορταριάζει, γεμίζει μέ τ᾿ ἀγκάθια τῆς ἁμαρτίας».
Σεβασμιώτατε,
ἀγαπητοί μου ἀδελφοί ἱερεῖς, ἐλλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγηταί,
Μέ
ὅλα ὅσα ἀνέφερα παραπάνω κατέθεσα καί τήν προσωπική μου ἐμπειρία, ὅπως τήν ἔζησα
ὡς συλλειτουργός δίπλα στόν ἀοίδιμο Γέροντά μου Χρυσόστομο, κατά τά στάδια τῆς
μοναχικῆς μου πορείας. Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἐμπειρία; Ὅτι ὁ προσωπικός ἁγιασμός τοῦ
ἀνθρώπου καί δή τοῦ Ἱερέως γίνεται πραγματικότητα ἀπό τή στιγμή πού ζεῖ
συνειδητά καί βιώνει ἀληθινά τό μέγα Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ὁ ἀοίδιμος
Γέροντάς μου, κατά τήν ἐπιτέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, μετέδιδε
τόσο σ᾿ ἐμᾶς τούς μοναχούς ὅσο καί στούς παρευρισκόμενους ἐν τῷ Ναῷ πιστούς τό
αἴσθημα ὅτι συμμετέχουμε σέ μιά συλλειτουργία ἁγίων, ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, σέ
μιά συλλειτουργία θριαμβεύουσας καί στρατευομένης Ἐκκλησίας, μέ κεφαλή καί
λειτουργό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Μετάγγιζε στίς ψυχές ὅλων μας τόν πόθο νά ζοῦμε
καί νά βιώνουμε καρδιακά αὐτό πού ὁμολογοῦμε στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας,
τό «Εἴδομεν
τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον». Αὐτό τό μυσταγωγικό ἦθος τῆς θείας
Λειτουργίας καλούμαστε νά βιώνουμε καθημερινά ἐμεῖς οἱ ἱερουργοί τῶν ἱερῶν
Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Διότι μόνον μέ αὐτόν τόν τρόπο θά ἔχουμε ζωντανή καί διαρκῆ
μέσα στίς καρδιές μας τήν λυτρωτική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά ζοῦμε «ἐσταυρωμένοι» ἀλλά καί «ἀναστημένοι» τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς.
Ζητώντας
τίς πολύτιμες εὐχές Σας, Σεβασμιώτατε καί σεβαστοί ἀδελφοί καί συλλειτουργοί
μου ἱερεῖς, παρακαλῶ εὔχεσθε αὐτά πού σᾶς ἀνέφερα νά γίνουν καί δικό μου μόνιμο
βίωμα καί ζωή. Σᾶς εὐχαριστῶ, εὔχεσθε ὁ ἐπί θύραις νέος ἐνιαυτός νά εἶναι
πλήρης τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου καί νά φέρει ἕκαστον ἐξ ἡμῶν ἐγγύτερα στήν ἀγάπη
Του.
Καλή
καί εὐλογημένη χρονιά.
***