π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος
Ο χειμώνας βαρύς. Το χιόνι πολύ, και το κρύο τσουχτερό. Τα περισσότερα σπίτια ήσαν παγωμένα από την έλλειψη φωτιάς και αυτό το έζησα παιδί.
Στο σπίτι για το οποίο μιλάμε είχε πέσει μεγάλη αρρώστια. Αφενός μεν από δυσεντερία, αφετέρου δε από ελονοσία.
Μικροί και μεγάλοι στρωματσάδα, οι μόνοι όρθιοι που είχαν μείνει ήταν ο παππούς και η γιαγιά.
Ένα πρωί λέγει ο παππούς:
– Θα πάω να φέρω ξύλα από το απέναντι δάσος.
-Που θα πας ευλογημένε, του λέει η γιαγιά, γέρος άνθρωπος; Το δάσος απέχει δύο ώρες, εσύ θα κάνεις τρεις. Και πόσα ξύλα μπορείς να φέρεις εσύ, γέρος άνθρωπος; Ύστερα θα σε πιάσουν και οι Βούλγαροι.. Πού πας;
-Όχι, θα πάω.
Έκανε την προσευχή του, αφού την είχε κάνει και όλη τη νύχτα. Έκανε το σταυρό του, και ξεκίνησε.
Πέρασε το μεσημέρι, κόντευε έτσι απόγευμα, τρεις τέσσερις, και δεν είχε φανεί.
Έβγαινε η γιαγιά κάθε τόσο και κοίταζε στο βάθος του χωραφόδρομου. Σε λίγο περνάει ένας γείτονας φορτωμένος στην πλάτη με λίγα ξύλα.
-Έρχεται, της λέγει, ο μπάρμπα Μήτσος. Τον βοήθησε πολύ και ένας ξένος.
Τελικά βλέπει η γιαγιά τον παππού μαζί με τον ξένο, να σέρνουν με σχοινιά δυο μεγάλα δένδρα. Πώς τα είχαν κόψει; Μάλλον ο ξένος θα τα έκοψε.
Πλησίασαν, τα έβαλαν εκεί έξω από την αυλή, τους καλωσόρισε η γιαγιά και τους κάλεσε μέσα. Εκείνη θα έκοβε μερικά κλαδιά και θα άναβε την σόμπα, για να ζεσταθούν, και οι άρρωστοι, και ο ξένος, και ο κατάκοπος παππούς. Μπήκε μέσα ο παππούς, έκατσε σε ένα σκαμνί και λέγει:
-Άντε βρε γυναίκα κάνε λίγο τσάι ζεστό και φέρε λίγο ψωμί.
-Περίμενε, του λέει, ώσπου νά ρθει ο ξένος.
-Ποιος ξένος;
-Να, αυτός που έσερνε μαζί σου τα δένδρα.
-Κανένας ξένος δεν ήταν μαζί μου. Μόνος μου έσερνα τα δένδρα.
-Πώς δεν ήταν, του λέει. Αφού σε είδε ο γείτονας. Και μάλιστα να κόβει τα δένδρα. Να τα φορτώνεται μαζί σου, να τα σέρνετε μαζί. Μα σε είδα και γω. Και τον καλωσόρισα και έξω απ’ την αυλή.
-Τι λές βρέ γυναίκα. Μόνος μου ήμουνα.
Και στάθηκε για λίγο. Ξαφνικά φωτίστηκε το πρόσωπό του και φωνάζει:
-Άγγελος θα ήταν γυναίκα! Άγγελος θα ήταν! Γι’ αυτό λοιπόν τόσο γρήγορα τα τελείωσα και τα΄σερνα λές και ήταν πούπουλα. Άγγελος θα ήταν! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Έλα τώρα γυναίκα να κάνουμε και εκατό μετάνοιες για να ευχαριστήσουμε τον Θεόν.
Και εκατό μετάνοιες, για να πουν ευχαριστώ στο Θεό. Μάλιστα. Αυτές είναι οι ζωντανές ιστορίες των αληθινών Ορθοδόξων Χριστιανών. Αυτή ήταν η ιστορία. Ιστορίες γεμάτες πίστη! Και αγάπη, και προσφορά και θυσία αλλά και σκέπη αγία του Αγίου μας Θεού.
Χριστιανοί μου, ο Θεός τα πιστά Του παιδιά δεν τα εγκαταλείπει. Τα βοηθάει ποικιλοτρόπως. Τα βοηθάει κάθε μέρα με θαύματα ανεξήγητα. Άλλη φορά φανερά και άλλη φορά κρυφά.
Και που θα Τον βρούμε αυτόν τον Χριστόν; Που θα Τον βρούμε; Μα στην Εκκλησία!
Στην Ορθόδοξη πίστη, στον εκκλησιασμό και στην Θεία Κοινωνία, στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοση.
Στην Ιερά Εξομολόγηση και στα υπόλοιπα των Αγίων Μυστηρίων.
Στην προσευχή, στις Ευαγγελικές εντολές, στην ελεημοσύνη, στην αγάπη προς τους εχθρούς, στην ήσυχη συνείδηση, στην ήρεμη καρδιά.
Ναι, τον Χριστό θα Τον βρούμε μέσα στις καρδιές μας, διότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί.
Χριστιανοί μου, πλησιάζουν Χριστούγεννα. Να ψάξουμε όλοι μας να βρούμε τον Χριστό, γιατί χωρίς Χριστό, Χριστούγεννα και Πάσχα και κάθε άλλη γιορτή ΔΕΝ μπορούμε να γιορτάσουμε.
Όχι λοιπόν στα μοντέρνα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό! Αλλά ναι, στα Ορθόδοξα Χριστούγεννα, με καθαρές καρδιές, με δάκρυα χαράς και μετανοίας, με εκκλησιασμό και Θεία Κοινωνία, με προσευχή στα χείλη, με Δοξολογία στην καρδιά.