Μας έκλεψαν τα πάντα: την πατρίδα, την ταυτότητα, τα σύνορα, τις αξίες, την αγωγή, το γάμο, την οικογένεια, το σχολείο, την πληροφόρηση, τον πολιτισμό, τις αποταμιεύσεις, την εργασία, το μέλλον, την ελπίδα και τέλος την πίστη στον Θεό. Όλα αυτά τα πράγματα δεν τα χάσαμε, μας τα έκλεψαν. Εάν κάποιος εισέλθει σε ένα μαγαζί, πληρώσει ένα εμπόρευμα, βάλει το πορτοφόλι του πάνω στο πάγκο, και μετά βιαστικός, φύγει ξεχνώντας το πορτοφόλι, μπορούμε να πούμε ότι το έχασε λόγω της βιασύνης του και της απροσεξίας του. Αλλά εάν κάποιος ταξιδεύει μέσα σε ένα λεωφορείο και ένας πορτοφολάς του πάρει επιδέξια το πορτοφόλι από την τσέπη, χωρίς αυτός να τον αντιληφθεί, αυτό είναι κλοπή.
Και αυτή ακριβώς είναι η παρούσα κατάσταση μας, μας έκλεψαν τα πάντα, τα αφαίρεσαν σιωπηλά σαν επιδέξιοι πορτοφολάδες και αυτό το έπραξαν κάτω από τη μύτη μας. Όταν δε το αντιληφθήκαμε, ήταν πλέον αργά. Είναι όμως και πολλοί αυτοί που δεν το αντιλήφθηκαν ούτε στη συνέχεια. Αυτοί οι συμπολίτες μας είναι πεπεισμένοι ότι τα πράγματα είναι ακόμα όπως ήταν πριν. Είναι αρκετοί αυτοί που δεν πιστεύουν αυτόν που καταγγέλλει την κλοπή, αλλά αντιθέτως, τα βάζουν μαζί του, τον κατηγορούν ότι ψεύδεται, ότι σπέρνει τον πανικό, ότι δεν καταλαβαίνει τους νέους καιρούς, τον κατηγορούν ότι είναι ένας κακός πολίτης και ένας κακός χριστιανός.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αποταμιεύσεις. Ορισμένοι άνθρωποι φαντάζονται ότι τις έχουν ακόμη, αφού τις εμπιστεύτηκαν στην τράπεζα για να αγοράσουν διάφορα χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Δεν έχουν καταλάβει πως, από εκείνη τη στιγμή, τα χρήματά τους έπαψαν να είναι δικά τους, εισήλθαν σε ένα κύκλο που δεν έχει τίποτα να κάνει με τους κλασικούς κανόνες της τραπεζικής κατάθεσης. Τα χρήματά τους τα έχουν εμπιστευθεί, δεν είναι γνωστό σε ποιούς, δεν είναι γνωστό τι θα κάνουν αυτοι με τα λεφτά αυτά και τα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου εγγυημένα.
Το γεγονός είναι ότι πολλοί από εμάς εξακολουθούν να σκέφτονται και να βλέπουν τον κόσμο όπως πριν από μία ή δύο γενιές. Ωστόσο, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου το κέλυφος του έχει παραμείνει το ίδιο ή παρόμοιο, η ουσία έχει αλλάξει τελείως.
Έτσι και η πατρίδα, εάν την αντιληφθούμε με την κλασική έννοια, τότε ξαφνικά παρουσιάζεται ως μια αρνητική αξία, ένα συμπύκνωμα κλεισίματος, εγωισμού, εθνικισμού και λαϊκισμού ή ίσως πολύ χειρότερα, κυριαρχισμού με την χροιά του ρατσισμού. Και όλα αυτά, για να δημιουργηθεί χώρος για τους νεοφερμένους: για τους μετανάστες, τους ‘νέους Χριστούς’, τις ‘νέες Άγιες Οικογένειες’ που ζητούν και απαιτούν τη φιλοξενία, την αλληλεγγύη, την ένταξη. Πλέον, η θρησκεία της μετανάστευσης έχει πάρει την θέση της θρησκείας και της πατρίδας. Και, όπως πάντα συμβαίνει όταν επικρατεί μία νέα θρησκεία, η παλιά γίνεται κάτι το φρικτό, το ντροπιαστικό, κάτι που πρέπει να δαιμονοποιηθεί και να απορριφθεί.
Kάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με το θεσμό της οικογένειας. Τώρα πλέον έχουμε ‘γονέα ένα’ και ‘γονέα δύο’, υπάρχουν η ‘ετερόλογη γονιμοποίηση’ και η ‘παρένθετη μητρότητα’. Τουλάχιστον αρχικά, φαινόταν ως μία μάχη για να δοθεί αξιοπρέπεια στους ‘διαφορετικούς’, που για πολύ καιρό είχαν υποστεί διακρίσεις. Όμως, στην πραγματικότητα, ήταν μία μάχη με σκοπό να καταστραφεί ο θεσμός της οικογένειας όπως τον ξέραμε. Ένας θεσμός που υπήρχε σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλες τις εποχές. Και συνοψίζεται στο εξής: μία ανθεκτική ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας, με σκοπό την τεκνοποίηση και την ανατροφή των παιδιών.
Αυτό το οποίο έγινε ήταν μια ολική επανάσταση και πολλοί από εμάς δεν την αντιλήφθηκαν καν. Kαι μέρος της ολικής αυτής επανάστασης ήταν ότι ακόμη και οι κατηγορίες της σκέψης μας θα έπρεπε να αναθεωρηθούν, έτσι ώστε να μην έχουμε τα λογικά και εννοιολογικά εργαλεία, ούτε και τα απλά γλωσσικά, για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει γύρω μας.
Πρέπει να μάθουμε να σκεφτόμαστε με καθαρότητα και να αντιδρούμε με το κατάλληλο τρόπο. Πρέπει να αρχίσουμε να φωνάζουμε: Κλέφτης, κλέφτης!
Υπάρχει ένα σχέδιο, για να μας αφαιρεθούν όλα τα πιο σημαντικά πράγματα, όλα τα σημεία αναφοράς ακόμη και τα αναγκαία εργαλεία για τη ζωή μας. Ε λοιπόν, πρέπει να αντιδράσουμε, να εξεγερθούμε. Και, πρώτα απ’ όλα, πρέπει να καταγγείλουμε ανοιχτά τους κλέφτες, τους απατεώνες και τους ληστές οι οποίοι μας ληστεύουν με τον πιο αποτρόπαιο και μεθοδικό τρόπο, γελώντας πίσω από την πλάτη μας και χλευάζοντάς μας για τη βλακεία μας. Στον πολιτικό που λέει ότι η χώρα αυτή δεν είναι η πατρίδα μας, αλλά η πατρίδα οποιουδήποτε αφρικανού ή ασιάτη που απαιτεί να εισέλθει, πρέπει να του φωνάξουμε κατά πρόσωπο: Κλέφτη, σκάσε! Δεν είσαι άξιος να μιλάς! Στον νομοθέτη που μας λέει ότι όπου υπάρχει η ‘αγάπη’, υπάρχει και η οικογένεια και που εγκρίνει κάθε είδος νομικών ή ιατρικών διαδικασιών για να εξασφαλίσει απογόνους στους ‘διαφορετικούς’, πρέπει να του πούμε κατάφατσα: Σκάσε, κλέφτη! Δεν είσαι άξιος να μιλάς!
Και εάν ένας δημοσιογράφος έλθει να μας πει ότι έχει δίκιο η Ευρώπη και αυτή είναι που μας τα ζητά όλα αυτά και άρα θα πρέπει να σεβαστούμε τις υποχρεώσεις μας προς αυτή και σε αυτόν πρέπει να του φωνάξουμε: Σκάσε κλέφτη! Ειδικά δε, εάν είναι ο ίδιος δημοσιογράφος που κατηγορεί την κυβέρνηση ότι τα οικονομικά μέτρα της τα επέβαλαν οι κύριοι των Βρυξελών.
Δεν αντέχονται πλέον αυτοί οι ξεδιάντροποι ψεύτες, αυτοί οι κλέφτες, αυτοί οι μισθωμένοι προδότες. Δεν είναι άξιοι ούτε για να κυκλοφορούν δημοσίως. Θα έπρεπε να επιστρέψουν στους υπονόμους ή να δικασθούν για εσχάτη προδοσία και να υποστούν την μοίρα των προδοτών σε καιρό πολέμου.