Συνέντευξη στην Κέλλυ Φαναριώτη
Σκληρή απάντηση προς τους συκοφάντες του, που επιχείρησαν τις τελευταίες ημέρες να πλήξουν την αξιοπιστία του με αναφορές στη χρηματοδότηση της έρευνάς του για την πανδημία και σε εσκεμμένη παραποίηση αποτελεσμάτων, δίνει μέσα από τη «δημοκρατία» ο ομογενής καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου Στάνφορντ Ιωάννης Ιωαννίδης.
Εμμέσως απαντά και σε διάφορα συστημικά «παπαγαλάκια» εντός Ελλάδος που αναπαρήγαγαν ένα ψευδές δημοσίευμα για να απαξιώσουν τον σημαντικότερο Ελληνα επιστήμονα παγκοσμίως. Απώτερος σκοπός τους ήταν βέβαια να τον πλήξουν για τους γνωστούς μικροπολιτικούς λόγους, λες και ο καθηγητής Ιωαννίδης ανήκει σε κάποια παράταξη. Προφανώς τους… χαλούσε το αφήγημα που μετά μανίας και καθ’ ολοκληρία αναπαράγουν σχεδόν όλα τα ελληνικά media, πλην της «δημοκρατίας» και ελάχιστων ακόμα μέσων.
«Προσωπικά δεν έχω πάρει ούτε ένα δολάριο για οποιαδήποτε εργασία μου σχετικά με την επιδημία. Τα δημοσιεύματα που κυκλοφορούν αποτελούν μια από τις χειρότερες σελίδες στην ιστορία του κίτρινου Τύπου και της λασπολογίας» καταγγέλλει σχολιάζοντας το ρεπορτάζ του αμερικανικού Buzzfeed που δημοσιεύθηκε στις 15 Μαΐου με τίτλο «Ο ιδρυτής των αερογραμμών JetBlue χρηματοδότησε μέρος της έρευνας του Στάνφορντ, σύμφωνα με την οποία ο κορονοϊός δεν είναι τόσο θανατηφόρος».
«Στη συγκεκριμένη μελέτη στην οποία αναφέρονται οι λασπολόγοι είμαστε 17 συγγραφείς και πολλά περισσότερα άτομα, πάνω από 100, δούλεψαν σε αυτή. Για να είμαστε σίγουροι ότι η μελέτη θα είναι αδιάβλητη, ο κύριος ερευνητής, ο Eran Bendavid, διάλεξε τον πλέον αμερόληπτο και αδιάβλητο μηχανισμό που υπάρχει στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ» σημειώνει ο δρ Ιωαννίδης και προσθέτει: «Το γραφείο ανάπτυξης – δωρεών του πανεπιστημίου έχει έναν λογαριασμό όπου οποιοσδήποτε πολίτης μπορεί να κάνει δωρεά στο πανεπιστήμιο για να υποστηρίξει την έρευνα. Εννοείται ότι με αυτόν τον μηχανισμό κανένας δωρητής δεν μπορεί να επηρεάσει ποια έρευνα θα γίνει, πώς θα γίνει, τι αποτελέσματα θα βγουν και τι θα παρουσιαστεί».
Όπως εξηγεί, οι δωρητές σε αυτήν την περίπτωση έμειναν ανώνυμοι και ο ίδιος προσωπικά δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ποιοι είναι οι πολίτες που έκαναν τις δωρεές.
«Ο κίτρινος Τύπος, λοιπόν, “αποκάλυψε” ότι ένας δωρητής ήταν ιδρυτής αερογραμμών και δώρισε το ποσό των 5.000 δολαρίων στο Στάνφορντ. Θα πρέπει να θυμίσω ότι το Στάνφορντ και όλα τα μεγάλα πανεπιστήμια στηρίζουν το μεγαλείο τους και την ακαδημαϊκή τους ανεξαρτησία ακριβώς σε δωρεές που γίνονται από ευεργέτες» επισημαίνει, τονίζοντας πως αυτό δεν έχει καμία σχέση με χρηματοδότηση έρευνας κατά την οποία μια εταιρία πληρώνει ορισμένους για να κάνουν κάτι που την ενδιαφέρει για τα προϊόντα της, όπως, για παράδειγμα, να ελέγξουν κάποιο φάρμακό της.
«Πρόκειται για κάτι που προσωπικά δεν έχω κάνει ποτέ, αν και δεν κατηγορώ όσους συναδέλφους το κάνουν, όταν γίνεται κάτω από αυστηρούς ελεγχόμενους μηχανισμούς» λέει.
Η μελέτη του, που προβλήθηκε εκτενώς από τον διεθνή Τύπο
«Η δαιμονοποίηση της πλέον αδιάβλητης έρευνας μάλλον αποτελεί μια πολύ σκοτεινή στιγμή, σημείο των καιρών. Χρειαζόμαστε όμως περισσότερη ψυχραιμία, σοβαρότητα και ομόνοια – δεν είναι καιροί για να υποδαυλίζουμε τον κίτρινο Τύπο».
Η συγκεκριμένη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στις 17 Απριλίου, μονοπώλησε το ενδιαφέρον των διεθνών μέσων ενημέρωσης. Κι αυτό διότι τα αποτελέσματά της έδειχναν πως, με βάση τα δείγματα που ελήφθησαν από περίπου 3.000 κατοίκους στην κομητεία της Σάντα Κλάρα, ο ιός πιθανώς να είχε μολύνει από 50 έως και 85 φορές περισσότερους ανθρώπους από τα καταγεγραμμένα κρούσματα στις ΗΠΑ.
Κατά συνέπεια, ήταν πολύ λιγότερο επικίνδυνος για τους ανθρώπους από όσο πιστευόταν, ρίχνοντας το ποσοστό θνητότητας στο 0,12% με 0,2%.
Τα ανατρεπτικά αποτελέσματα της έρευνας, σε συνδυασμό με το γεγονός πως σε αυτήν συμμετείχε και ο δρ Ιωαννίδης, ο γιατρός με τις περισσότερες αναφορές στο έργο του παγκοσμίως, προκάλεσαν τριγμούς στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα.